Το Penfolds πήρε το όνομά του από έναν Άγγλο, τον Dr. Christopher Rawson Penfold, που μετανάστευσε στην Αυστραλία τον 19ο αιώνα. Το 1844 ο ίδιος και η σύζυγός του, Mary, έκτισαν ένα μικρό εξοχικό από πέτρα στο Magill, κοντά στην Αδελαΐδα, γύρω από την οποία φύτεψαν μοσχεύματα που έφεραν μαζί τους. Αυτό το εξοχικό σπίτι λεγόταν... The Grange.
Όσο μεγάλωνε η επιχείρηση, τόσο μεγάλωνε και η φήμη του Dr.Penfold για τις ιατρικές του ικανότητες, αφήνοντας το μεγαλύτερο μέρος της διαχείρισης του οινοποιείου στην Mary. Η ενασχόληση από νωρίς, με τα Clarets και τα Rieslings, αποδείχθηκε αυξανόμενα δημοφιλής. Μετά τον θάνατο του Christopher το 1870, η αποφασιστική και τολμηρή Mary πήρε εξολοκλήρου τα ηνία της επιχείρησης στα χέρια της. Το 1884 που αποσύρθηκε, αφήνοντας την διαχείριση στην κόρη της Georgina, το Penfolds παρήγαγε το 1/3 του κρασιού της Νότιας Αυστραλίας. Μέχρι τον θάνατό της το 1896, το κληροδότημα του Penfold ήταν ήδη στον δρόμο της ολοκλήρωσης και το 1907 αναδείχθηκε ως το μεγαλύτερο οινοποιείο της Νότιας Αυστραλίας.
Το 1948 ο Max Schubert ορίστηκε ως ο επικεφαλής οινολόγος του κτήματος. Πιστός στο όραμα της επιχείρησης και πραγματικά καινοτόμος, έφερε το κτήμα στο παγκόσμιο προσκήνιο, με πειραματισμούς για κρασιά μακράς διάρκειας. Το αποκορύφωμα ήταν η δημιουργία του Penfolds Grange το 1950. Το κρασί δεν έτυχε ευνοϊκής υποδοχής από το Penfold Hylands, αλλά ο Max Schubert συνέχισε τις προσπάθειες, μέχρι που το 1960 αποφασίστηκε η επανέναρξη της παραγωγής του. Σύντομα το κρασί αναγνωρίστηκε ως ένα από τα πιο θαυμαστά κρασιά στον κόσμο.
Την ίδια περίοδο ξεκίνησε και η παράδοση των “ΒIN”. Το πρώτο, ένα Shiraz κρασί, από σταφύλια που προέρχονταν από τους αμπελώνες Barossa Valley του κτήματος, ονομάστηκε Kalimna Bin 28. Το όνομά του προήλθε απλά, από τη θέση αποθήκευσης που είχε το κρασί κατά την διάρκεια παλαίωσης του στα κελάρια. Τέλος, το όνομα Rawson’s Retreat, είναι μια ανεπίσημη αναφορά στην πέτρινη αγροικία που χτίστηκε από τον Dr. Christopher Rawson Penfold, στον γνωστό αμπελώνα του Magil στην Αδελαϊδα. Πρόκειται για καθημερινά κρασιά τα οποία προσφέρουν εξαιρετική σχέση ποιότητας/τιμής.
Το κτήμα Penfolds, παρά την μεγάλη του επιτυχία, δεν σταματά ποτέ να μας ξαφνιάζει με τις καινοτομίες του, συνεχίζοντας να κρατά την κληρονομιά και την φιλοσοφία του σαν πολύτιμα φυλακτά. Οι άνθρωποι του κτήματος συνηθίζουν να λένε “από το 1844 μέχρι…για πάντα”.
Είναι από τα κρασιά με εξαιρετική σχέση ποιότητας/τιμής που έχουν αναγνωριστεί παγκοσμίως. Το χρώμα του είναι απαλό λεμονί και η μύτη παρουσιάζει αξιοθαύμαστη ισορροπία μεταξύ εξωτικού φρούτου και βαρελιού. Στο στόμα είναι παχύ και ταυτόχρονα με δροσερή οξύτητα, αρωματική ένταση και διάρκεια.
Το κρασί παρουσιάζει αχυρένιο χρώμα με μελί αποχρώσεις. Στη μύτη διακρίνουμε αρώματα φρέσκων τροπικών φρούτων, πεπονιού με νότες ανανά και κρέμας. Στο στόμα είναι γενναιόδωρο με πλούσιο άρωμα ροδάκινου και νεκταρινιού και ελαφρύ τελείωμα λεμονιού.
Το κρασί δείχνει έναν αρκετά ορυκτό χαρακτήρα, με έντονες νότες εσπεριδοειδών, που συμπληρώνεται αρμονικά από τα αρώματα που προκύπτουν σπό το βαρέλι. Το φιλτράρισμα είναι ελάχιστο, με αποτέλεσμα να παραμένουν τα εκλεπτυσμένα αρώματα γκρέιπφρουτ και lime στο τελείωμα.
Η επανάσταση του Penfolds Bin 51 Eden Valley Riesling, ανοίγει ένα νέο κεφάλαιο στη μακρά ιστορία του Penfolds, σχετικά με τη συμβολή του στην οινοποίηση αυτής την ποικιλίας. Είναι αναμφίβολα ένα κρασί που βγάζει όλα εκείνα τα χαρακτηριστικά, που περιμένει κάποιος από ένα Riesling. Αναδύονται αρώματα ανοιξιάτικων λουλουδιών, νύξεις από μοσχολέμονο, αλλά και μεταλλικότητα. Στο στόμα διακρίνουμε νότες εσπεριδοειδών, ώριμο πράσινο μήλο, γρανίτα αγγουριού, αλλά και ίχνη κιμωλίας που σε καμμιά περίπτωση δεν επηρεάζει την ιδανική του ισορροπία.
Απαλό χρυσαφί χρώμα με λεμονί ανταύγειες. Μύτη εξελισσόμενη, μέτριας έντασης που χαρακτηρίζεται από αρώματα εσπεριδοειδών, τροπικών φρούτων και ορυκτότητας. Στόμα ξηρό με υψηλή οξύτητα, και σώμα μέτριο προς γεματο με μακρά επίγευση.
Χρώμα ρουμπινί με αρωματικό χαρακτήρα κόκκινων φρούτων όπως κεράσι, μούρα, σμέουρα και δαμάσκηνο. Χαρακτηριστικό για τη βοτανικότητα του, με αρώματα μέντας να κυριαρχούν σε συνδυασμό με μια επίγευση από ροζ πιπέρι και σοκολάτα. Στο στόμα ευχάριστο και δομημένο με διακριτή και ευχάριστη οξύτητα.
Το κρασί παρουσιάζει βαθύ κόκκινο χρώμα. Στη μύτη διακρίνουμε αρώματα σταφίδας, πουτίγκας, τυπικά αρώματα Cabernet Sauvignon και μπαχαρικά. Στο στόμα είναι αρωματικό από φρέσκα και ζωηρά αρώματα φράουλας, βατόμουρου και μούρων, με μέτριο, μαλακό και στρογγυλό σώμα, εξαιρετική ισορροπία και φίνες τανίνες.
Tο Bin 2 είχε πρώτο-κυκλοφορήσει το 1960, αλλά σταμάτησε η παραγωγή του το 1970, λόγω της μεγάλης ζήτησης σε λευκό κρασί. Το χαρμάνι, που χρησιμοποιείται για την παραγωγή του, παραπέμπει σε ποικιλίες που χρησιμοποιούνται στον Ροδανό. Είναι ένα απαλό και ευχάριστο κρασί με ώριμες δομημένες τανίνες και μέτριο σώμα. Το χρώμα του είναι βαθύ κόκκινο και το αρωματικό του μπουκέτο υπέροχα πολύπλοκο. Μεσογειακές νότες λιαστής τομάτας, ταπενάντ ελιάς και μαροκινά μπαχαρικά, συνδυάζονται εξαιρετικά με αρωματικά μύρτιλα, εξωτικά κόκκινα φρούτα, κράνμπερι και φρέσκο ρόδι. Ένα εξαιρετικό και σύνθετο αμάλγαμα πράσινης ελιάς και πεπερόνι με μια νύξη γλυκόριζας, ολοκληρώνουν την γενναιόδωρη παλέτα αυτού του κρασιού.
Το Bin 138 παράγεται στην Barossa valley από παλαιά κλήματα χαμηλής στρεμματικής απόδοσης. Ένα κρασί με εξαιρετική πολυπλοκότητα και δομή. Έντονος αρωματικός πλούτος από μαύρα φρούτα όπως μύρτιλο και μαύρο δαμάσκηνο με δυνατές νότες μαρμελάδας κόκκινου φραγκοστάφυλου, αποξηραμένου σύκου, γλυκόριζας, σοκολάτας και καπνού. Στο στόμα είναι ξηρό, με γεμάτο σώμα και ισορροπημένη μέτρια οξύτητα. Ένα ευχάριστα πολύπλοκο κρασί, με βελούδινες τανίνες που διαρκούν και μακρά επίγευση που αφήνει πιο βαριά και καπνιστά αρώματα.
Κερασί χρώμα με τριανταφυλλί αποχρώσεις. Στη μύτη απελευθερώνονται αρώματα τρούφας και κόκκινου μούρου, τα οποία παντρεύονται με άνθη άγριου θυμαριού και μπαχαρικών όπως κανέλα, μοσχοκάρυδο και γλυκιά πάπρικα. Στην παλέτα εντοπίζονται φρούτα όπως κράνμπερι, άγρια φράουλα, κόκκινο μούρο και βύσσινο.
Το χρώμα του είναι βαθύ ρουμπινί, ενώ στη μύτη παρουσιάζει έντονα αρώματα μπαχαρικών και ώριμων κόκκινων φρούτων. Στο στόμα έχει ώριμες αλλά μαλακές τανίνες, πλούσιο σώμα και αρώματα γλυκών μαύρων φρούτων και σοκολάτας.
Το BIN 707 παράχθηκε για πρώτη το 1964 και από τότε καθιερώθηκε επάξια, σαν ένα από τα κορυφαία Cabernet Sauvignon της Αυστραλίας. Το όνομα του, το έδωσε ένας πρώην marketer της Qantas Airways, έχοντας στο μυαλό του το Boeing 707! Tο κρασί αναμφισβήτητα τον δικαίωσε, αφού ο τεράστιος ποιοτικός του όγκος έχει ταξιδέψει σε όλο τον κόσμο. Το μοτίβο οινοποίησης και παλαίωσης είναι ακριβώς το ίδιο με αυτό του Grange, στοχεύοντας στην πυκνότητα, πληθωρικότητα και αρμονία του κρασιού.
Το χρώμα του είναι βαθύ πορφυρό. Στη μύτη παρουσιάζεται με φινετσάτα αρώματα ώριμων μαύρων φρούτων, βιολέτας και μπαχαρικών του βαρελιού. Στο στόμα έχει πλούσιο σώμα, πυκνές ώριμες τανίνες, μεγάλη συγκέντρωση και ώριμα μαύρα φρούτα στην επίγευση. Παράγεται μόνο τις κατάλληλες χρονιές.
Το BIN 389 συχνά αναφέρεται ως “Baby Grange”, γιατί ένα μέρος του παλαιώνει στα ίδια βαρέλια, που φιλοξένησαν την προηγούμενη σοδειά του Grange. Για πρώτη φορά κυκλοφόρησε το 1960, από τον θρυλικό Max Schubert, και σφυρηλάτησε την φήμη του Penfolds ανάμεσα στους λάτρεις του ερυθρού κρασιού, συνδυάζοντας την δομή του Cabernet Sauvignon με τον πλούτο του Shirah. Το Cabernet Sauvignon δίνει τη διάρθρωση και το μήκος στον ουρανίσκο, ενώ το Shiraz, που παρομοιάζεται με μικρά μαύρα μαργαριτάρια, δίνει την ένταση, τη χλιδή και τη σάρκα. Αυτό το πολύ αγαπημένο, υπέροχα ομοιόμορφο στυλ, που εμφανίζει σε όλα του τα χαρακτηριστικά, το καθιστά για πολλούς το αρτιότερο κρασί του Penfolds.
Το κρασί έχει πορφυρό κόκκινο χρώμα, ενώ στη μύτη παρουσιάζει έντονα αρώματα μούρων, δαμάσκηνου και γλυκόριζας. Έχει πλούσιο σώμα, ώριμες τανίνες και έντονα αρώματα υπερώριμων φρούτων του δάσους και σοκολάτας.
To Magill είναι το μοναδικό estate κρασί του Penfolds. Προέρχεται από τον παραδοσιακό πρωτότυπο αμπελώνα του Penfolds, έκτασης 120 στρεμμάτων, που βρίσκεται στα ανατολικά περίχωρα της Αδελαΐδας. Το χρώμα του είναι βαθύ ρουμπινί, με αρώματα που θυμίζουν φρέσκο κεράσι, δαμάσκηνο, γλυκόριζα και γλυκά μπαχαρικά από το βαρέλι. Στο στόμα έχει μέτριο σώμα, ώριμες τανίνες, και ώριμο κόκκινο φρούτο με σοκολάτα στην μακριά του επίγευση.
Το Penfolds Max’s Shiraz αποτελεί φόρο τιμής για τον επίκεφαλή οινοποιό Max Schubert, ένα θρύλο για την ιστορία του Penfolds. Λαμπερό πορφυρό χρώμα με σκούρο δαμασκηνή πυρήνα. Αναδυόμενα αρώματα μαύρης σοκολάτας και ώριμης φράουλας, μαύρου κερασιού και δαμάσκηνου, αποτελούν τα κυρίαρχα φρούτα του αρωματικού φάσματος. Η παλέτα ακολουθεί το αρωματικό προφίλ της μύτης. Η πληθωρικότητα των φρούτων του δάσους και της γλυκόριζας εντείνεται με νότες θυμαριού και φασκόμηλου. Εκλεπτυσμένες τανίνες διαμορφώνουν την δομή, σε αυτό το όμορφα ισορροπημένο κρασί.
Όταν η απλότητα συνδυάζεται με την αναζήτηση καταλήγουμε στο RWT, όνομα που προέρχεται από τα αρχικά Red Winemaking Trial και αντιπροσωπεύει το Shiraz από την Barossa, μια από τις καλύτερες περιοχές παραγωγής κόκκινου κρασιού στον κόσμο. Το χρώμα του είναι απαλό πορφυρό, ενώ στην μύτη παρουσιάζονται έντονα αρώματα μούρων, δαμάσκηνων και μπαχαρικών. Στο στόμα πυκνές ώριμες τανίνες, πλούσιο σώμα και εκχύλισμα, με έντονο ώριμο μαύρο φρούτο και σοκολάτα στην επίγευση.
Το χρώμα του είναι πορφυρό κόκκινο και η μύτη του χαρακτηρίζεται από έντονα αρώματα ώριμων φρούτων του δάσους με παρουσία βαρελιού. Στο στόμα έχει ώριμες τανίνες, πλούσιο σώμα και μακριά φρουτώδη επίγευση τονισμένη από τις τανίνες.
Το Grange είναι ένας μύθος για το Αυστραλέζικο κρασί. Είναι το μοναδικό που μπορεί να παρουσιάσει 50 εξαιρετικούς τρύγους, και ένα από τα καλύτερα κόκκινα κρασιά στον κόσμο. Σε αντίθεση με τα περισσότερα premium κρασιά, που προέρχονται από έναν αμπελώνα ή ακόμη και από μικρά τεμάχια ενός αμπελώνα (blocks), το Grange παράγεται από τα καλύτερα σταφύλια διαφόρων αμπελώνων της νότιας Αυστραλίας. Αυτό σημαίνει ότι η ακριβής σύνθεσή του μεταβάλλεται από χρονιά σε χρονιά. Το προτέρημα αυτής της πρακτικής είναι ότι κάθε χρονιά επιλέγονται τα καλύτερα σταφύλια από τους καλύτερους—για τη σοδειά—αμπελώνες (Barossa Valley, McLaren Vale, Clare Valley, Magill Estate).
Το χρώμα του είναι βαθύ πορφυρό, με σύνθετα αρώματα ώριμων μαύρων φρούτων, γλυκάνισου, μαρμελάδας δαμάσκηνου και έντονων μπαχαρικών. Στο στόμα είναι πληθωρικό, με πλούσιο σώμα και ώριμες, πυκνές, τανίνες. Αρώματα έντονου ώριμου μαύρου φρούτου, σοκολάτας και μπαχαρικών χαρακτηρίζουν την μακρά επίγευση.